Edith Piaf
Γαλλίδα τραγουδίστρια.
19 Δεκεμβρίου 1915 – 10 Οκτωβρίου 1963
«Το τραγούδι είναι μια απόδραση. ‘Ένας άλλος κόσμος. Δεν πατάω στη γη όταν τραγουδάω.»
«Νομίζω πως πρέπει να πληρώσεις για την αγάπη με πικρά δάκρυα.»
«Όχι, δεν μετανιώνω για τίποτε.»
Η πιο σημαντική παρουσία στη γαλλική σκηνή των βαριετέ. Υπήρξε η μεγαλύτερη τραγουδίστρια της γαλλικής σκηνής. Η επιτυχία, η δόξα, οι έρωτες αλλά και πολλές κακοτυχίες στιγμάτισαν την πολυτάραχη ζωή του “μικρού σπουργιτιού” με την μεγάλη φωνή. Η ερμηνεία της στο σανσόν (γαλλική μπαλάντα) που αντικατόπτριζε τις τραγωδίες της προσωπικής της ζωής, της χάρισε παγκόσμια φήμη.
Γεννήθηκε κάτω από μια λάμπα υγραερίου. Ο πατέρας της, Λουί Αλφόνς Γκασσιόν, ήταν ακροβάτης του δρόμου και η μητέρα της Ανιτά Μεγιάρ, ήταν λυρική τραγουδίστρια, γνωστή με το ψευδώνυμο Line Marsa. Λίγες εβδομάδες μετά τη γέννησή της, την εγκατέλειψε και η μικρή Εντίθ περνάει τα πρώτα της χρόνια κοντά στη μητρική της γιαγιά. Το 1917, ο πατέρας της που εργαζόταν ως ακροβάτης στο τσίρκο Ciotti, την πήγε στη δική του μητέρα, η οποία ζούσε στο Μπερνέ της Νορμανδίας και ήταν ιδιοκτήτρια ενός οίκου ανοχής. Το 1919 η Εντίθ αρρωσταίνει από κάποια πάθηση στον εγκέφαλο και τυφλώνεται. Μετά από δύο χρόνια όμως, θεραπεύεται χωρίς τη βοήθεια γιατρού και η όρασή της επανέρχεται.
ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ
Στα 15, έχοντας ανακαλύψει τη θαυμάσια φωνή της, εγκατέλειψε τον πατέρα της για να ζήσει στο Παρίσι, τραγουδώντας στους δρόμους. Στα 17 συναντά τον Λουί Ντυπόν, ζουν μαζί και σε ένα χρόνο κάνουν ένα κοριτσάκι τη Μαρσέλ, που όμως μετά από δυό χρόνια πεθαίνει από μηνιγγίτιδα. Εκείνη συνεχίζει να τραγουδά στους δρόμους της Πιγκάλ, όπου και γνωρίζει τον Λουί Λεπλέ, διευθυντή του πιο κομψού παρισινού καμπαρέ στα Ηλύσια Πεδία. Μαγεμένος από τη φωνή της, υπογράφει συμβόλαιο μαζί της και τη βαφτίζει “Mοme Piaf” (μικρό σπουργίτι). Ο ίδιος θα δολοφονηθεί λίγο αργότερα και η Εντίθ θα κατηγορηθεί πως αποκρύβει στοιχεία. Αν και καταφέρνει να αθωωθεί, φεύγει στην επαρχία, για να επιστρέψει στο Παρίσι το 1937.
Το 1935 βγάζει τον πρώτο της δίσκο.
Ο ΠΟΛΕΜΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΡΩΤΕΣ
Κατά την διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και τη γερμανική κατοχή, δίνει συναυλίες για αιχμαλώτους πολέμου. Εισάγει πλαστές άδειες εργασίας στα κέντρα κράτησης αιχμαλώτων και βοηθάει πολλούς Γάλλους φαντάρους να δραπετεύσουν. Γύρω στα 23 της είναι πια μια μεγάλη προσωπικότητα και γυρίζει την πρώτη της ταινία, που θριαμβεύει. Από τότε συνεχίζει μια πετυχημένη καριέρα και κάνει μια έντονη ζωή, δίπλα σε αρκετούς συντρόφους. Στα 30 της ερωτεύεται τον Υβ Μοντάν και αναλαμβάνει να στήσει την καριέρα του. Στα 1945, γράφει μόνη της την τεράστια επιτυχία της “La Vie en rose”, που στην αρχή περνά απαρατήρητη. Καθ’ όλη την καριέρα της γράφει περίπου 80 τραγούδια. Γνωρίζει μεγάλες δόξες και στη Νέα Υόρκη, όπου ερωτεύεται τον βασιλιά του μποξ Μερσέλ Σερντάν και ζουν ένα από τα πιο φημισμένα ρομάντσα της εποχής. Ο ξαφνικός θάνατος του Σερντάν σε αεροπορικό δυστύχημα, το 1949, βυθίζει την Πιάφ σε κατάθλιψη, που ποτέ δεν ξεπερνά πραγματικά.
Το 1951 έχει δύο σοβαρά τροχαία, ενώ μετά το δεύτερο οι γιατροί της δίνουν για καιρό μορφίνη, στην οποία εθίζεται. Η Πιάφ την ανακατεύει μαζί με αλκοόλ, χειροτερεύοντας έτσι την ήδη κακή κατάσταση της υγείας της. Στη συνέχεια κάνει πολλές θεραπείες αποτοξίνωσης συνεχίζοντας ωστόσο να ηχογραφεί εξαιρετικά κομμάτια.
ΕΡΩΤΑΣ ΚΑΙ ΠΑΛΙ ΕΡΩΤΑΣ
Αν ο “έρωτας είναι ο χωροχρόνος μετρημένος από την καρδιά” σύμφωνα με τον Μαρσέλ Προύστ, τότε η φωνή της Εντίθ Πιάφ είναι ο παντοτινός χτύπος του. Το ανεξήγητο μυστήριο του έρωτα, τα πάθη και τα λάθη του, στο ηχόχρωμα και τη δύναμή της αγκιστρώνονταν και ταξίδευε. Η φωνή της την ξεπερνούσε. ‘Ήταν το δεύτερο εγώ της και ήταν τόσο μεγάλο, που έφτιαχνε ένα πεδίο απροσμέτρητο, ικανό να “κλείσει” εκεί τη ζωή. Την ουσία αυτής συγκεκριμένα. Το γέλιο, το κλάμα, τον πόνο την ηδονή, τη λύτρωση. Η Πιάφ με την φωνή της οδηγούσε. Εκκινούσε από πολύ χαμηλά, κινούνταν σε δύσβατα μονοπάτια, αιχμηρά, ανηφορικά και κατέληγε στην απεραντοσύνη του ουρανού.
Το 1995 δίνει μια καταπληκτική παράσταση στο Olympia. Η παγκόσμια αναγνώριση έρχεται με μια τουρνέ στην Αμερική και ένας ακόμη τρελός έρωτας ακολουθεί με τον τραγουδιστή και συνθέτη Georges Moustaki, ο οποίος μάλιστα συνθέτει για εκείνη το τραγούδι Milord, που κυκλοφορεί το 1960 και γίνεται μεγάλη επιτυχία.
Σε ένα κονσέρτο στη Στοκχόλμη, στα τέλη της δεκαετίας του 1950, καταρρέει επάνω στη σκηνή και η διάγνωση των γιατρών είναι ανίατος καρκίνος. Η Πιάφ δεν πτοείται και συνεχίζει να εμφανίζεται κάνοντας περιοδείες όπως και πριν, συνοδευόμενη όμως από μια νοσοκόμα που της χορηγεί μορφίνη για τους πόνους. Το 1960, τραγουδά με επιτυχία το “Non, Je Ne Regrette Rien” του Σαρλ Ντυμόν και συνεχίζει να θριαμβεύει τραγουδώντας, παρότι συχνά τρεκλίζει και παραπατά στη σκηνή.
ΣΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ
Το καλοκαίρι του 1961, γνωρίζει τον κατά πολύ νεότερό της, τελευταίο της έρωτα, τον ‘Έλληνα Θεοφάνη Λαμπουκά, που τον βαπτίζει “ΤεόΣαγαπό” και τον παντρεύεται τον Οκτώβριο του 1962. Εκείνο το καλοκαίρι παίρνει επίσης το πρώτο βραβείο της Ακαδημίας Charles Cros για το σύνολο της καριέρας της. ‘Ηταν 18 Σεπτεμβρίου 1946 όταν η Εντίθ Πιάφ, δίνοντας ένα ρεσιτάλ στην Αθήνα στο Θέατρο Κοτοπούλη γνωρίζεται με τον νεαρό 25χρονο τότε ηθοποιό Δημήτρη Χορν, τον ”Ελληνα Απόλλωνα” όπως τον αποκαλούσε. Εκείνη ήταν 31 χρονών. “Σ’ αγαπώ όπως δεν αγάπησα ποτέ κανέναν, Τάκη, μη μου πληγώσεις την καρδιά! Θα ‘θελα να ζω πολύ κοντά σου, νομίζω πως θα μπορούσα να σε κάνω ευτυχισμένο και πιστεύω επίσης πως σε καταλαβαίνω πολύ καλά. Ξέρω πως είμαι ικανή να τα παρατήσω όλα για σένα”. Ο έρωτας της Πιάφ φαίνεται πως δεν βρήκε ποτέ ανταπόκριση, είτε επειδή ο ‘Ελληνας ηθοποιός δεν εκδήλωσε ενδιαφέρον, είτε επειδή και οι δύο βρίσκονταν εκείνη την εποχή με διαφορετικούς συντρόφους.
Παρά την επιτυχία της, στη ζωή της δεν κυριάρχησε το ρόδινο χρώμα. Το ιατρικό ιστορικό της περιλαμβάνει τραυματισμούς σε τροχαία, κούρες αποτοξίνωσης, επτά εγχειρήσεις και μια απόπειρα αυτοκτονίας.
H αξέχαστη τραγουδίστρια έφυγε αφήνοντας μια τεράστια ιστορία με επιτυχίες όπως: “La vie en rose”, “Hymne a l’amour”, “Padam…Padam”, “Non je ne regrette rien”, “Les amants d’un jour”, “La foule” και πολλές ακόμη.
Άρρωστη και καταβεβλημένη, η Εντίθ Πιαφ πεθαίνει από κίρρωση στις 10 Οκτωβρίου του 1963, ενώ την ίδια μέρα “φεύγει” και ο καλός της φίλος Jean Cocteau. Η σωρός της μεταφέρεται από το Theo Sarapo στο Παρίσι, και μέσα σε 3 ημέρες θάβεται στο κοιμητήριο Pere Lachaise.